Ένιωθε σαν ενεργό ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί! Σαν ένα καζάνι που είχε υπερθερμανθεί και ήταν έτοιμο να σκάσει! Ήθελε να φωνάξει με όλη την δύναμη της καταπιεσμένη της ψυχής ΦΤΑΝΕΙ! Δεν άντεχε άλλο, δεν μπορούσε πια! Ασφυκτιούσε! Τα πάντα την έπνιγαν, την στεναχωρούσαν! Μέρες τώρα ένιωθε αυτό το συναίσθημα να θεριεύει μέσα της όλο και πιο πολύ! Το πρωί που ξύπνησε και κοίταξε τον εαυτό της στον καθρέπτη κατάλαβε πως είχε επέλθει το πλήρωμα του χρόνου πως η στιγμή που χρόνια φοβόταν και στην σκέψη της μόνο είχε φτάσει. Μόνο που δεν ένιωσε φόβο αλλά μια ανεξήγητη δύναμη που την έσπρωχνε με ένα διαολεμένο σθένος! Κοιτάχτηκε για άλλη μια φορά στον καθρέπτη. Απέναντι της έβλεπε μια γυναίκα σαρανταπέντε χρόνων ατημέλητη με θαμπά καστανά μάτια και μακριά αχτένιστα μαύρα μαλλιά! Αναπήδησε ξαφνιασμένη! Δεν θυμόταν έτσι τον εαυτό της! Την τελευταία φορά που είχε κοιτάξει το είδωλο της στον καθρέπτη και το είχε ουσιαστικά δει ήταν μια κοπέλα γεμάτη ενέργεια και αγάπη για την ζωή! Ένα γλυκό πλάσμα με τρυφερά κόκκινα χείλη και εκφραστικό ζεστό βλέμμα! Μια νεαρή γυναίκα όλο πάθος και φλόγα που διαπερνούσε όλο το κορμί της δίνοντας της φτερά και μια γοητεία που παρέσερνε όποιον την πρόσεχε! Ποιόν ήταν λοιπόν αυτό το στραγγισμένο αποκύημα; Που είχε πάει όλη η ομορφιά της; Ποιο ύπουλο και υποχθόνιο ον είχε ρουφήξει την νιότη και την δροσιά της. Που ήταν η Αντιγόνη που ήξερε και θυμόταν; Και κυρίως που αγαπούσε; Γιατί αυτό το πλάσμα που έβλεπε μπροστά της δεν το αγαπούσε της ήταν παντελώς αδιάφορο. Δεν της γεννούσε κανένα απολύτως συναίσθημα. Σαν να μην υπήρχε σαν να ήταν νεκρό! Τρόμαξε με την ίδια της την διαπίστωση! Ήταν λοιπόν νεκρή; Γι’αυτό δεν ένιωθε τίποτα; Δεν ζητούσε τίποτα; Δεν ευχόταν τίποτα; Μα τι στο καλό ήταν; Δεν άργησε να έρθει η απάντηση στο μυαλό της. Σύζυγος, μητέρα, νοικοκυρά! Ιδιότητες που τις γνώριζε καλά! Τις είχε εμπεδώσει. Είχαν γίνει ένα με το πετσί της. Κάτι όμως έλειπε, κάτι ουσιαστικό για την ύπαρξη της! Η ιδιότητα της γυναίκας! Μια αναπάντεχη λάμψη διαπέρασε το βλέμμα της! Σαν να ξυπνούσε από χρόνιο λήθαργο άρχισε να νιώθει σιγά σιγά το σώμα της και η αίσθηση αυτή την αιφνιδίασε! Έφερε το χέρι της στο πρόσωπο της. Η επιδερμίδα της ήταν χλομή και άτονη! Χάιδεψε απαλά το μάγουλο της! Η Αντιγόνη ήταν εκεί και περίμενε να την βγάλει και πάλι στην επιφάνεια, να την αναδείξει, να την αγαπήσει ξανά! Πήρε μια βαθιά ανάσα και άφησε το συναίσθημα της αυτοπεποίθησης να την πλημμυρίσει! Πέρασε τα δάχτυλα της μέσα από τα μαλλιά της και διαπίστωσε με χαρά πως ήταν ακόμα μεταξένια! Είχε λοιπόν ελπίδες! Η Αντιγόνη των είκοσι και εικοσιπέντε χρόνων δεν ήταν δυνατόν να ξανάρθει μπορούσε όμως να βρει μια νέα Αντιγόνη εξίσου όμορφη και γοητευτική πιο ώριμη όμως και πιο έμπειρη. Και η ομορφιά αυτή είχε την δική της χάρη! Χαμογέλασε λοιπόν στον εαυτό της για πρώτη φορά μετά από χρόνια και με αναπτερωμένο ηθικό ξεκίνησε για την αλλαγή που καιρό περίμενε αλλά δεν εύρισκε το κουράγιο να πραγματοποιήσει!