Μια μέρα ήρθε στο χωριό γυναίκα ταραντούλα
κι όλοι τρέξαν να τη δουν.
άλλος της πέταξε ψωμί
κι άλλοι της ρίξαν πέτρα
απ' την ασχήμια να σωθούν.

Κι ένα παιδί της χάρισε ένα κόκκινο λουλούδι,
ένα παιδί
Ένα παιδί της ζήτησε να πει ένα τραγούδι,
ένα παιδί

Κι είπε ποτέ σου μην τους πεις
τι άσχημοι που μοιάζουν,
αυτοί που σε σιχαίνονται
μα στέκουν και κοιτάζουν.

Κι είπε ποτέ σου μην κοιτάς
τον άλλον μες τα μάτια,
γιατί καθρέφτης γίνεσαι
κι όλοι σε σπαν' κομμάτια.

Μια μέρα ήρθε στο χωριό
άγγελος πληγωμένος.
Τον φέρανε σε ένα κλουβί
κι έκοβε εισιτήριο ο κόσμος αγριεμένος,
την ομορφιά του για να δει.

Κι ένα παιδί σαν δάκρυ ωραίο αγγελούδι,
ένα παιδί
Ένα παιδί του ζήτησε να πει ένα τραγούδι,
ένα παιδί

Κι είπε αν θέλεις να σωθείς
από την ομορφιά σου,
πάρε τσεκούρι και σπαθί
και κόψε τα φτερά σου.

Κι είπε ποτέ σου μην κοιτάς
τον άλλο μες τα μάτια,
γιατί καθρέφτης γίνεσαι
κι όλοι σε σπαν' κομμάτια.






Ξημερώματα στον σταθμό των τραίνων με μια βαλίτσα στο χέρι και μια καρδιά γεμάτη όνειρα, γεμάτη ελπίδα! Καινούργια αρχή, διαφορετική ζωή, νέες προσδοκίες! Η βαλίτσα είναι βαριά αλλά δεν με ενοχλεί...ούτε που την αισθάνομαι! Είναι τόσο ανάλαφρη η ψυχή μου που αντισταθμίζει και με το παραπάνω το υπερβολικό βάρος της τιγκαρισμένης βαλίτσας μου. Και τι δεν χώρεσα εκεί μέσα! Μια ζωή; Μια ολόκληρη ζωή αναμνήσεων, ένα γεμάτο παρελθόν απο συγκινήσεις! Στέκομαι στην μέση της αίθουσας παραζαλισμένη απο την κινητικότητα που επικρατεί στον χώρο. Ψάχνω με το βλέμμα μου μια γωνιά για να αράξω μέχρι να έρθει η ώρα της επιβίβασης. Ένας νεαρός βλέποντας την παραφορτωμένη βαλίτσα μου προθυμοποιείται να μου παραχωρήσει την θέση του. Στιγμιαία σκέφτομαι πως ακόμα υπάρχει ευγένεια στους ανθρώπους. Ελπιδοφόρο! Αδειάζω τον εαυτό μου στην θέση που μου δόθηκε και αφήνω την βαλίτσα μου στα πόδια μου. Κοιτάζω το ρολόι μου. Έχω μια ώρα μπροστά μου μέχρι να φτάσει η στιγμή της αναχώρησης. Ενστικτωδώς ψάχνω στις τσέπες μου για το πολυπόθητο εισιτήριο. Με ανακούφιση διαπιστώνω πως δεν το έχω ξεχάσει πάνω στην φούρια μου. Έχω λοιπόν το εισιτήριο στην τσέπη μου και μια βαλίτσα γεμάτη...."όνειρα"
"Σκανάρω" βιαστικά την αίθουσα. Τόσοι άνθρωποι μαζεμένοι στον ίδιο χώρο. Τόσοι άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι που ζουν παράλληλα με εμένα και που οι ζωές μας με τους περισσότερους ίσως να μην διασταυρώθηκε ποτέ. Άνθρωποι που έρχονται και άλλοι που φεύγουν. Μοιραία συναντηθήκαμε στο ίδο μέρος χωρίς να ανταλλάξουμε ούτε ένα βλέμμα τις περισσότερες φορές. Άνθρωποι που μέχρι χθες αγνούσα την ύπαρξη τους. Με απορροφά για λίγο αυτό το συνοθύλευμα των ατόμων που εναλλάσσεται με ταχύτητα μπροστά μου. Και ύστερα η σκέψη μου επιστρέφει στα δικά μου. Φεύγω! Δυσκολεύομαι και εγώ να το πιστέψω. Το εισητήριο όμως που κρατάω στα χέρια μου είναι αδιάψευστο στοιχείο της οριστικής μου απόφασης. Πόσο θα ήθελα να τραγουδίσω δυνατά "φεύγω και αφήνω πίσω μου συντρίμμια..." Αρκούμαι όμως στην εσωτερική μου φωνούλα που είναι υποφερτή στα δικά μου αυτιά τουλάχιστον! Μια καινούργια αρχή! Πόσο αναζωγονητικό είναι το συναίσθημα που μου προσδίδει. Νιώθω πως ξαναγεννιέμαι. Ο θόρυβος της πολυκοσμίας επανέρχεται στα αυτιά μου. Η γλυκιά φωνή της υπαλλήλου μας ενημερώνει απο τα μεγάφωνα για την άφιξη της αμαξοστοιχίας που θα με οδηγήσει στην νέα μου ζωή. Σηκώνομαι απο την θέση μου και αρπάζω βιαστικά την βαλίτσα απο το πάτωμα. Με γρήγορο βηματισμό κατευθύνομαι προς την έξοδο. Εκεί το βλέμμα μου διασταυρώνεται με την ματιά του ευγενικού νεαρού. Μου χαμογελάει. Τον πλησιάζω και με εκπληξη ανακαλύπτω πως απο το κινητό του ακούγεται το τραγούδι του Α. Βαρδή Φεύγω. Ένα πλατύ χαμόγελο σκαρφαλώνει στα χείλη μου!!!